- Λόνγκφελοου, Χένρι Γουότζγουερθ
- (Henry Wadsworth Longfellow, Πόρτλαντ, Μέιν 1807 – Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη 1882). Αμερικανός ποιητής. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια της Νέας Αγγλίας, σπούδασε στο κολέγιο Μπόουτεν και επισκέφθηκε δύο φορές την Ευρώπη. Το 1836 του ανατέθηκε η έδρα της νεότερης λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ του Κέιμπριτζ. Κλίνοντας περισσότερο προς τον στοχασμό παρά προς τη δράση, ο Λ. επιχείρησε να συμφιλιώσει τη ρομαντική ονειροπόληση της Ευρώπης με την έξαρση ενός εξιδανικευμένου αμερικανικού παρελθόντος, με σκοπό να δημιουργήσει μια παράδοση πνευματικής καλλιέργειας για τον νεαρό πολιτισμό των ΗΠΑ. Το πρώτο του βιβλίο, Πέρα από τη θάλασσα (1833-34), είναι μία συλλογή από ταξιδιωτικές αναμνήσεις, την οποία ακολούθησαν η συλλογή ποιημάτων Φωνές της Νύχτας (1839) και το μάλλον αποτυχημένο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Ο Υπερίων (1839). Το βασικό έργο του Λ., εκείνο που σημείωσε μεγάλη επιτυχία στην Αμερική –όπου όλο τον 19o αι. τον θεωρούσαν ως την πιο ισχυρή και σημαντική φωνή του ρομαντισμού– και το οποίο τον επέβαλε και στην Ευρώπη, περιλαμβάνει τρία αφηγηματικά ποιήματα: Εβαντζελίν (1847), Το τραγούδι του Χιαβάθα (1855) και Οι ερωτικές φιλοφρονήσεις του Μάιλς Στάντις (1858). Με εύκολους και εύηχους στίχους, ο Λ. εξυμνεί στο έργο αυτό ένα είδος θρύλου της εποχής του αποικισμού, που παρουσιάζει ωστόσο ελάχιστες στιγμές πρωτοτυπίας. Ακολούθησαν, μεταξύ άλλων, τα Παραμύθια ενός εξοχικού πανδοχείου (1863), που θυμίζουν τον Βοκάκιο και τον Τσόσερ, η ακριβής αλλά χωρίς πνοή μετάφραση της Θείας Κωμωδίας του Δάντη (1865-67) και η τριλογία Χριστός: Ένα μυστήριο (1872), που θυμίζει τον Φάουστ του Γκέτε. Η καλύτερη δημιουργία του Λ. βρίσκεται όμως στις τελευταίες του συλλογές Θούλη (1880) και Στο λιμάνι (1882), στις οποίες κατορθώνει να μεταδώσει στον γοητευμένο αναγνώστη έναν τόνο ήρεμης γαλήνης.
Dictionary of Greek. 2013.